18/1/13

Οδηγός για τη σωστή κοστολόγηση προϊόντων και υπηρεσιών

Οι νέοι επιχειρηματίες για να σταθούν στην αγορά και να κερδίσουν θα πρέπει να ξέρουν πώς να τιμολογήσουν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που παράγουν ή παρέχουν, αντίστοιχα. Ο οδηγός βασίζεται στις συμβουλές και τις πληροφορίες που παρέχει ο Μιλτιάδης Γκουζούρης, κοστολόγος, με μεταπτυχιακό MBA στη διοίκηση επιχειρήσεων, και αυτές έχουν δημοσιευτεί στην ιστοσελίδα www.startupgreece.gov.gr. Συνοπτικά οι νέες επιχειρήσεις θα πρέπει να διαχωρίσουν τα κόστη τους σε άμεσα και έμμεσα, να υπολογίσουν τα εργατικά, τα έξοδα για τις πρώτες ύλες και τις δαπάνες που έχουν, όπως ενοίκια, διαφήμιση κ.λπ.

Αμεσα και έμμεσα κόστη

Αρχικά είναι σημαντικό να διαχωρίσουμε τα κόστη της επιχείρησής μας σε άμεσα και έμμεσα. Αμεσα είναι αυτά που σχετίζονται απευθείας με το προϊόν ή την υπηρεσία μας και έμμεσα όλα τα υπόλοιπα. Για να γίνει ακόμα ευκολότερα η δουλειά αυτή, υπάρχει ο διαχωρισμός των άμεσων και έμμεσων εξόδων, όπως εργατικά, υλικά και δαπάνες.

Κόστος εργασίας: Εάν δεν έχουμε ιστορικά στοιχεία, το κόστος του παράγοντα «εργασία» μπορεί να υπολογιστεί με βάση τα δεδομένα που ισχύουν στην αγορά. Εάν θέλουμε να υπολογίσουμε π.χ. το κόστος της εργατοώρας, θα πρέπει να ανατρέξουμε σε στοιχεία που περιέχονται στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας (ΣΣΕ) για τον κλάδο στον οποίο δραστηριοποιείται η επιχείρηση και να βρούμε εκεί τον κατώτατο μισθό που ισχύει σε εκείνο τον κλάδο.

Εστω ότι ο μηνιαίος μισθός σύμφωνα με τη ΣΣΕ ανέρχεται στα €800 καθαρά ανά μήνα. Επειδή ο εργοδότης υποχρεούται να πληρώσει και διάφορα επιδόματα, φόρους κ.λπ., ένας πρακτικός τρόπος υπολογισμού του κόστους εργασίας για τις ανάγκες της κοστολόγησης ενός προϊόντος ή μίας διαδικασίας είναι να πολλαπλασιάσουμε το καθαρό ποσό επί 1 1/2 ώστε να βρούμε κατά προσέγγιση τη μεικτή επιβάρυνση. Κατόπιν το ποσό του μήνα το πολλαπλασιάζουμε με τον αριθμό 14, γιατί είναι 12 οι μισθοί συν περίπου δύο μηνιάτικα τα δώρα Πάσχα, Χριστουγέννων και το επίδομα αδείας. Στη συνέχεια διαιρούμε το τελικό αποτέλεσμα με το 11, γιατί η πραγματική απασχόληση θα λάβει χώρα μέσα σε 11 μήνες. Τέλος διαιρούμε το ποσό που βρήκαμε για τον μήνα με τις ώρες απασχόλησης του εργαζομένου στην επιχείρησή μας, ώστε να προκύψει το κόστος εργατοώρας.

Οι δαπάνες είναι το τρίτο μέρος του άμεσου και του έμμεσου κόστους. Στις άμεσες δαπάνες θα πρέπει να σκεφτούμε έξοδα που κάνουμε για μια συγκεκριμένη υπηρεσία ή προϊόν. Για παράδειγμα, όταν είμαστε σύμβουλοι επιχειρήσεων και επισκεφτούμε έναν πελάτη στην έδρα του, το κόστος της βενζίνης που καταναλώσαμε είναι μια άμεση δαπάνη του έργου. Την άμεση δαπάνη την καταλογίζουμε εξολοκλήρου στο έργο το οποίο την προκάλεσε.

Στις έμμεσες δαπάνες περιλαμβάνονται όλα τα έξοδα που γίνονται για να υπηρετήσουν την επιχείρηση γενικά. Παραδείγματα εμμέσων δαπανών είναι τα έξοδα στέγασης και η αμοιβή του λογιστή.

Το πρόβλημα με τις δαπάνες είναι ο τρόπος επιμερισμού τους στα προϊόντα και στις υπηρεσίες μας.

Για παράδειγμα: έστω ότι είμαστε αργυροχρυσοχόοι και έχουμε όμοιες παραγγελίες από τις οποίες οι πέντε θα ολοκληρωθούν στον τρέχον μήνα και οι τέσσερις θα ολοκληρωθούν στον επόμενο.

Μία από τις γενικές δαπάνες μας είναι το ενοίκιο, το οποίο έστω ότι είναι €1000/μήνα. Εάν διαιρέσουμε το ενοίκιο με τις 5 παραγγελίες αυτού του μήνα, τότε θα πρέπει να επιβαρύνουμε την κάθε παραγγελία με €200. Τον επόμενο μήνα, εάν διαιρέσουμε το ενοίκιο με τις 4 παραγγελίες τότε θα πρέπει να επιβαρύνουμε την κάθε παραγγελία με €250. Εάν πάλι διαιρέσουμε το ενοίκιο των δύο μηνών με 9 παραγγελίες, τότε θα πρέπει να επιβαρύνουμε την κάθε παραγγελία με €222 περίπου. Ετσι για τα ίδια προϊόντα μπορούμε να έχουμε τρεις διαφορετικές εκδοχές του κόστους. Ενας τρόπος για να αποφύγουμε αυτές τις διακυμάνσεις στο κόστος είναι να ορίσουμε τον όγκο εργασιών που είναι ενδεικτικός για τη δραστηριότητά μας.

Μια τέτοια λογική γίνεται πολύπλοκη όταν έχουμε διαφορετικά είδη προϊόντων ή υπηρεσιών. Ενας από τους τρόπους για να αντιμετωπίσουμε κάτι τέτοιο είναι να βάλουμε παράγοντες αναλογίας ανά προϊόν ή υπηρεσία ως προς το σύνολο των προϊόντων ή των υπηρεσιών με κάποιο κλειδί επιμερισμού.

Το κόστος των υλικών

Ενα σημαντικό κομμάτι της κοστολόγησης που πολλές φορές παρουσιάζει ιδιαιτερότητες, οι οποίες χρειάζονται μεγάλη προσοχή είναι το κόστος υλικών. Για παράδειγμα, εάν η επιχείρησή μας κάνει χρήση πρώτων υλών οι οποίες είναι σημειωμένες στα ταμπλό των χρηματιστηρίων (π.χ. μέταλλα/LΜΕ), τότε με ποιο κόστος θα πρέπει να κοστολογήσουμε τα προϊόντα που θα παραχθούν: με το ιστορικό, το σημερινό ή με εκτίμηση του μελλοντικού; Σε αυτήν την περίπτωση ένα επιστημονικά δομημένο σύστημα που θα μας ορίζει το κόστος των υλικών είναι απολύτως απαραίτητο.

Εάν δεν έχουμε σύστημα κοστολόγησης και μέχρι να αποκτήσουμε κάποιο, μπορούμε να κάνουμε εκτιμήσεις για την ανώτατη τιμή που μπορεί να προκύψει μέσα στο επόμενο 6μηνο-12μηνο και να χρησιμοποιήσουμε εκείνη την τιμή ως παραδοχή για το κόστος της πρώτης μας ύλης.

Για λιγότερο ευμετάβλητα προϊόντα ως προς την τιμή και εφόσον δεν έχουμε ιστορικά στοιχεία στη διάθεσή μας, τότε μπορούμε να πάρουμε οικονομικές προσφορές από 3-4 προμηθευτές της ύλης αυτής, για ποσότητες όμως κανονικών συνθηκών παραγωγής, δηλαδή την ποσότητα που θα χρειαζόμασταν εάν είχαμε μια εδραιωμένη μονάδα και όχι την ποσότητα που χρειαζόμαστε στην πρώτη περίοδο λειτουργίας της επιχείρησής μας.

(Πηγή: Εθνος)


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ: